Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

Η Ισπανία στα πρόθυρα του μνημονίου

Συνέντευξη με τον Άντι Ντάργκαν, μέλος της αδερφής οργάνωσης του ΣΕΚ στην Ισπανία En Lucha.

Το Λαϊκό Κόμμα και ο Ραχόι ανέβηκαν στην εξουσία περίπου πριν από οχτώ μήνες. Τότε υπήρχαν φωνές διεθνώς που πανηγύριζαν θεωρώντας ότι η Δεξιά μπορεί να αποτελέσει τη λύση για το ξεπέρασμα της ισπανικής κρίσης. Ποιά είναι η δικιά σου εκτίμηση για αυτούς τους οχτώ μήνες;

Οι οχτώ μήνες της κυβέρνησης Ραχόι αποτελούν μια ανεπανάληπτη καταστροφή. Πρώτον για τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού και δεύτερον για το ίδιο το Λαϊκό Κόμμα. Αντί για το “ξεπέρασμα της κρίσης” τα οικονομικά προβλήματα της Ισπανίας έχουν βαθύνει. Αντί να αποφευχθεί το “ελληνικό σενάριο” όπως κόμπαζαν τα αστικά ΜΜΕ, όλα δείχνουν ότι βαδίζουμε ακριβώς προς κάτι τέτοιο.
Μετά τις σαρωτικές περικοπές που πέρασε η προηγούμενη κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, μαζί με την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 67 και με επιθέσεις στα εργασιακά δικαιώματα, το Λαϊκό Κόμμα προχώρησε ακόμη παραπέρα. Ο Ραχόι πέρασε ένα πακέτο περικοπών 40 δισεκατομμυρίων ευρώ, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται περικοπές 15% στους μισθούς του δημόσιου τομέα, 24% περικοπές στην εκπαίδευση και 10% περικοπές στην υγεία. Όλα αυτά υποσκάπτουν ακόμη περισσότερο τον δημόσιο τομέα της Ισπανίας ο οποίος καρκινοβατεί. Την ίδια στιγμή, το Λαϊκό Κόμμα εξαπέλυσε τις πιο άγριες επιθέσεις στα εργασιακά δικαιώματα μετά το τέλος της δικτατορίας. Από τις χώρες του ΟΟΣΑ, μόνο στις ΗΠΑ και την Ιρλανδία είναι ευκολότερο να απολυθούν εργάτες σε σχέση με την Ισπανία.
Τίποτα από όλα αυτά δεν βρισκόταν στο εκλογικό πρόγραμμα του Λαϊκού Κόμματος, όπως δεν ήταν και οι αυξήσεις στους φόρους (οι οποίες παρεμπιπτόντως συνοδεύονται από μια παραγραφή για τις φορολογικές απάτες), στις οποίες περιλαμβάνεται αύξηση του ΦΠΑ στο 21%, ένα μέτρο που χτυπάει άγρια και τους καταναλωτές και τους μικροέμπορους. Το πρόγραμμα διάσωσης (των 100 δισεκατομμυρίων) από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποτελεί τελειωτικό χτύπημα στην αντίληψη ότι το Λαϊκό Κόμμα έχει οποιαδήποτε εναλλακτική λύση απέναντι στη λιτότητα. Την ίδια στιγμή, οι περιφερειακές κυβερνήσεις, ειδικά η Καταλωνία και η Βαλένθια, χτυπημένες από περικοπές στους προϋπολογισμούς τους, έχουν ζητήσει διασώσεις πολλών εκατομμυρίων από την κεντρική κυβέρνηση της χώρας.
Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα πλαίσιο 25% ανεργίας (51% για τους νέους), με την εκτίμηση ότι θα ανέβει κι άλλο την επόμενη χρονιά. Και τα επιδόματα ανεργίας και οι κατώτατοι μισθοί (από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη) έχουν παγώσει. Γίνονται περίπου 520 εξώσεις κάθε μέρα. Αυτοί που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας αντιστοιχούν σε περίπου 25% του πληθυσμού.
Παρόλες τις περικοπές, και με ακόμα περισσότερες να έρχονται, η ισπανική οικονομία συνεχίζει να κινείται σε καθοδικό σπιράλ. Είναι μόνο ζήτημα χρόνου, όπως σημείωσαν πολύ πρόσφατα οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, μέχρι να υπάρξει ολοκληρωμένη διάσωση από την Ευρώπη – με ό,τι αυτό θα συνεπάγεται.
Όλες αυτές οι επιθέσεις δεν έχουν οδηγήσει μόνο σε μαζική αντίσταση αλλά και σε πρωτοφανή κατάρρευση της εκλογικής βάσης του Λαϊκού Κόμματος: τον Ιούλη βρισκόταν στο 30% σε σχέση με 44% μόλις τον περασμένο Νοέμβρη. Η πρόσφατη ήττα τους στις εκλογές της Ανδαλουσίας υπογράμμισαν πόσο γρήγορα έχουν χάσει ψηφοφόρους.

Το “Κίνημα των Πλατειών” στην Ελλάδα όφειλε πολλά στους Ιντιγνάδος (τους Αγανακτισμένους της Ισπανίας). Εκείνες τις μέρες, υπήρχαν σχολιαστές που έλεγαν πως οι Ιντιγνάδος είναι κάτι εντελώς ασύνδετο με το κίνημα της εργατικής τάξης. Φέτος ήταν οι ισπανοί ανθρακωρύχοι που έγιναν πηγή έμπνευσης για την αντίσταση στην Ελλάδα. Ποιά­ είναι η πραγματική σύνδεση μεταξύ των δύο αυτών στιγμών της αντίστασης στην Ισπανία;

Πάντα υπήρχε άμεση σχέση μεταξύ του κινήματος των Ιντιγνάδος (ή κινήματος 15 Μάη - 15Μ) και της εργατικής τάξης. Πρώτον, η πλειονότητα όσως καταλάμβαναν της πλατείες ήταν άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι νέοι. Δεύτερον, από την αρχή οι αντικαπιταλιστές προσπάθησαν με επιτυχία να υποστηρίξουν ότι πρέπει να υπάρξουν δεσμοί με τους εργατικούς χώρους, ειδικά όσους βρίσκονταν σε αγώνες, και με τις εργατογειτονιές. Το αίτημα για γενική απεργία έγινε πολύ πλατιά αποδεκτό από το κίνημα. Στη Βαρκελώνη ιδιαίτερα, το κίνημα 15Μ είχε άμεση επίδραση στις διαμαρτυρίες των εργαζόμενων στην υγεία ενάντια στις περικοπές, με κατασκηνώσεις να οργανώνονται έξω από νοσοκομεία. Στους εκπαιδευτικούς, η εμφάνιση οργάνωσης από τα κάτω που έσπρωξε τα συνδικάτα προς τη δράση, δανείστηκε πολλά από τις μεθόδους και τα συνθήματα του 15Μ. Στις τεράστιες διαδηλώσεις της 19ης Ιουνίου 2011, η πορεία είχε μαζικά και ξεκάθαρα εργατικό χαρατήρα.
Διαφορετικό ζήτημα ήταν η απόρριψη των συνδικάτων, μαζί με τα πολιτικά κόμματα. Όμως, αυτό το δόγμα έχει υποσκαφτεί από τα γεγονότα. Αφενός οι περιορισμοί του ίδιου του κινήματος, αφετέρου η σχετική επιτυχία της 24ωρης απεργίας στις 29 Μάρτη στην οποία υπήρξε πραγματική συνένωση μεταξύ του 15Μ και της βάσης του εργατικού κινήματος.
Ένα χρόνο μετά, χωρίς το ενοποιητικό εργαλείο των πλατειών, το κίνημα του 15Μ είναι πολύ πιο πολυδιασπασμένο, όμως το πολιτικό πνεύμα του κινήματος παραμένει ζωντανότατο, όπως φάνηκε στις μαζικές διαδηλώσεις για τον ένα χρόνο του κινήματος. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι το πνεύμα του κινήματος 15Μ ενσωματώθηκε στο νέο κύμα διαδηλώσεων τους τελευταίους μήνες, ενάντια στα μέτρα λιτότητας της κυβέρνησης.

Οι τελευταίες μέρες της “Μαύρης Πορείας” των ανθρακωρύχων συνέπεσαν με την ανακοίνωση των μέτρων λιτότητας από τον Ραχόι. Είδαμε εικόνες μαζικών διαδηλώσεων και συγκρούσεων σε πόλεις όλης της Ισπανίας. Μπορείς να μας δώσεις μια συνολική εικόνα των γεγονότων εκείνων των ημερών;

Ο αγώνας των ανθρακωρύχων έδωσε έμπνευση σε όσους αντιστέκονται. Όχι μόνο ξεκίνησαν απεργία διαρκείας – κάτι ασυνήθιστο στην Ισπανία – αλλά χρησιμοποίησαν και μαχητικές μορφές άμεσης δράσης και καταλήψης των ορυχείων. Κρίνεται η ίδια η επιβίωση της εξορυκτικής βιομηχανίας και οι ζωές όλων των ανθρώπων που εξαρτώνται από αυτή, με δεδομένη την απόφαση της κυβέρνησης να κλαδέψει τις επιδοτήσεις κατά 67%.
Με το νέο γύρο μέτρων λιτότητας να ανακοινώνεται τον Ιούλη, αυτός ο εκπληκτικός αγώνας συνέπεσε με εκτεταμένες διαμαρτυρίες στο δημόσιο τομέα, με αλλεπάλληλες τοπικές διαδηλώσεις και απεργίες. Η άφιξη της πορείας των ανθρακωρύχων στη Μαδρίτη ήταν η αποκορύφωση αυτής της δράσης με δεκάδες χιλιάδες κόσμο να βγαίνει στους δρόμους για να τους υποδεχθεί. Για ακόμη μια φορά, το πνεύμα της 15Μ ήταν παρόν σε αυτές τις κινητοποιήσεις.
Δυστυχώς (χωρίς να εννοώ ότι περιμέναμε κάτι πολύ διαφορετικό) τα συνδικάτα δεν προχώρησαν σε εξαπόλυση γενικευμένης αντίστασης μέσα από εκείνον τον αγώνα. Αντίθετα έδωσαν την έγκρισή τους για ένα πρόγραμμα κινητοποιήσεων που θα ξεκινήσουν μετά τις διακοπές του καλοκαιριού. Το χειρότερο ήταν ότι αποφάσισαν τη λήξη της απεργίας των ανθρακωρύχων χωρίς να ρωτήσουν καν τους ίδιους τους ανθρακωρύχους. Στην πραγματικότητα, τα συνδικάτα έπεσαν στην παγίδα που είχε προετοιμάσει η κυβέρνηση: ανακοινώνοντας τα νέα μέτρα λίγο πριν τις διακοπές, η κυβέρνηση ήλπιζε ότι θα περιορίσει την αντίσταση. Ωστόσο, σποραδικές διαμαρτυρίες, πικετοφορίες, μικρές διαδηλώσεις, συνέχισαν να γίνονται και μέσα στον Αύγουστο.
Μάλιστα, οι κινητοποιήσεις συνεχίστηκαν στην Ανδαλουσία – μια από τις φτωχότερες περιοχές της χώρας – όπου με 33% ανεργία, η νεοεκλεγμένη συγκυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος και της Ενωμένες Αριστεράς ισχυρίζεται ότι δεν έχει άλλη εναλλακτική από το να εφαρμόσει τις περικοπές που της επιβάλει η κεντρική κυβέρνηση. Ακόμη και τα μεγάλα συνδικάτα, η UGT που σχετίζεται με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, και οι CCOO που είχαν παραδοσιακά σχέση με το Κομμουνιστικό Κόμμα, αναγκάστηκαν να βγουν ανοιχτά ενάντια στα κόμματα που υποστήριξαν στις εκλογές. Πολύ σημαντικές ήταν οι εκτεταμένες κινητοποιήσεις που οργανώθηκαν από το αριστερό SAT (Ανδαλουσιανό Εργατικό Συνδικάτο), στις οποίες περιλαμβάνονται καταλήψεις γης και “εισβολές” σε σούπερ-μάρκετ.

Πώς αναδιατάσσεται η πολιτική σκηνή στην Ισπανία λόγω της κρίσης, της λιτότητας και της αντίστασης; Ποιά ήταν η στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, του Σοσιαλιστικού Κόμματος και της Ενωμένης Αριστεράς;

Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν έχει άλλη επιλογή από το να παλέψει. Η στρατηγική τους είναι μια σειρά από οργανωμένες κινητοποιήσεις που θα ξεκινήσουν από τις 15 Σεπτέμβρη, καλώντας την κυβέρνηση να οργανώσει δημοψήφισμα για τις πολιτικές λιτότητας. Αν, ή το πιθανότερο όταν, η κυβέρνηση ανακοινώσει ότι δεν πρόκειται να οργανώσει τέτοιο δημοψήφισμα, τα συνδικάτα σκοπεύουν να οργανώσουν δικό τους δημοψήφισμα στους δρόμους. Αν και πάλι η κυβέρνηση αρνηθεί να αποσύρει τα μέτρα, τότε θα έχουμε γενική απεργία το Νοέμβρη.
Προφανώς, πρόκειται για μια εντελώς μηχανιστική αντιμετώπιση και δεν είναι παρά μια προσπάθεια της γραφειοκρατίας να κρατήσει υπό έλεγχο το εντελώς απρόβλεπτο κίνημα. Παρά την παράξενη δομή του ισπανικού συνδικαλιστικού κινήματος (βασίζεται στη χρηματοδότηση από το κράτος και όχι στις συνδρομές των μελών), η ένταση της αντίστασης μπορεί εύκολα να τους ξεπεράσει, όπως έδειξε χαρακτηριστικά η εμφάνιση του κινήματος βάσης στους εκπαιδευτικούς.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το Σοσιαλιστικό Κόμμα έχει κάνει, στα λόγια, μια πολύ περιορισμένη στροφή στα αριστερά, καθώς τώρα είναι στην αντιπολίτευση, όμως δεν είναι σε θέση να αφήσουν πίσω το ρόλο που έπαιξαν ανοίγοντας τις πύλες της λιτότητας.
Παρά τη δραματική κατάρρευση των ποσοστών του Λαϊκού Κόμματος, αυτοί που δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν Σοσιαλιστικό Κόμμα συνεχίζουν να μειώνονται. Από το 29% που πήραν στις περασμένες εκλογές, τώρα οι δημοσκοπήσεις τους δίνουν 23%. Αν σκεφτεί κανείς ότι παραδοσιακά τα δύο κόμματα παίρνουν από 40% το καθένα, το αθροιστικό ποσοστό και των δύο φαίνεται σήμερα σε ιστορικό χαμηλό. Οι συγκρίσεις με το ελληνικό παράδειγμα και σε αυτή την περίπτωση είναι προφανείς.
Η Ενωμένη Αριστερά θα έπρεπε να είναι στην καλύτερη θέση για να αξιοποιήσει την υποχώρηση των μεγάλων κομμάτων – οι δημοσκοπήσεις τους δίνουν περίπου 14%, το διπλάσιο από ό,τι πήραν στις εκλογές του περασμένου Νοέμβρη.
Το αν η Ενωμένη Αριστερά μπορεί να τραβήξει πίσω της, το θυμό που υπάρχει στους δρόμους και τους εργατικούς χώρους, μένει να το δούμε. Παρόλο που το πρόγραμμα και οι δηλώσεις του κόμματος έχουν ριζοσπαστικό τόνο, η συμβιβαστική τους θέση σε σχέση με το Σοσιαλιστικό Κόμμα δυσκολεύει την Ενωμένη Αριστερά να κερδίσει περισσότερη υποστήριξη. Συμμετέχοντας σε μια σειρά τοπικές συγκυβερνήσεις, με χαρακτηριστικότερη την Ανδαλουσία, η Ενωμένη Αριστερά έχει καταλήξει να εφαρμόζει περικοπές, επιχειρηματολογώντας ότι το κάνουν καλύτερα από τη Δεξιά, διότι “προστατεύουν θέσεις εργασίας”.
Υπάρχει ένας τεράστιος χώρος που μπορεί να κατακτηθεί από την Αριστερά. Εκατοντάδες χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια, απορρίπτουν την λιτότητα, απαιτούν να πληρώσουν οι πλούσιοι για την κρίση, να εθνικοποιηθούν οι τράπεζες (κάτω από κάποιου είδους δημοκρατικό έλεγχο), θέλουν την υπεράσπιση των δημόσιων υπηρεσιών και “πραγματική δημοκρατία” (όχι κοινοβουλευτικά προνόμια, αληθινή αναλογική αντιπροσώπευση, ανακλητούς αντιπροσώπους κλπ). Όλα τα απλά αιτήματα του κινήματος 15Μ. Η κινητοποίηση γύρω από ένα τέτοιο πρόγραμμα αιτημάτων θα σήμαινε το σχηματισμό κάτι ευρύτερου από την Ενωμένη Αριστερά που θα έφτανε στη ριζοσπαστική αριστερά και στο κίνημα της 15Μ. Θα σήμαινε ότι η Ενωμένη Αριστερά θα έσπαγε αποφασιστικά με τη σοσιαλδημοκρατία.

Πόσο σημαντική είναι η κινητοποίηση για τις 15 Σεπτέμβρη; Γενικότερα, τι περιμένετε για την περίοδο που έχουμε μπροστά μας και ποιές είναι οι προτεραιότητες για την Εν Λούτσα;

Η 15 Σεπτέμβρη στη Μαδρίτη μπορεί να σηματοδοτήσει την επιστροφή της αντίστασης στη λιτότητα, όπως την έχουμε δει τους τελευταίους μήνες. Οι κεντρικές διαδηλώσεις δεν είναι τόσο συνηθισμένες στην Ισπανία, έτσι πολλά θα εξαρτηθούν από το πόσο σοβαρά θα πάρουν τη διαδήλωση τα συνδικάτα. Μέχρι στιγμης, η αντιμετώπισή τους είναι πολύ φορμαλιστική, κάτι που δεν θα βοηθήσει την κινητοποίηση. Παρόλα αυτά, προηγούμενες διαδηλώσεις έχουν δείξει ότι ο κόσμος συμμετέχει παρά την αδράνεια της γραφειοκρατίας. Την ίδια στιγμή, οργανώνονται και άλλες κινητοποιήσεις. Ξεκινώντας με την εκπαίδευση, χιλιάδες, κατά κύριο λόγο, νέοι, αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, που απειλούνται με μείωση μισθών ή με απόλυση σκοπεύουν να ξεκινήσουν μια σειρά κινητοποιήσεων. Στις 25 Σεπτέμβρη, το κίνημα 15Μ σκοπεύει να αποκλείσει το ισπανικό κοινοβούλιο όταν ξαναρχίσουν οι συνεδριάσεις. Την επόμενη μέρα, θα υπάρχει γενική απεργία ενάντια στη λιτότητα στη Χώρα των Βάσκων, την οποία καλούν ανεξάρτητα και αριστερά εθνικιστικά συνδικάτα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλα αυτά θα είναι η αρχή ενός πολύ “καυτού φθινόπωρου”.
Για την αντικαπιταλιστική αριστερά, οι προκλήσεις και οι ευκαιρίες είναι τεράστιες. Παρόλο που είναι οργανωτικά αδύναμη, η αντικαπιταλιστική αριστερά έχει δυνάμει ένα τεράστιο ακροατήριο, όμως για να το οικοδομήσει πρέπει να αποβάλει το σεκταρισμό και τον αριστερισμό της. Για παράδειγμα, τα συνδικάτα καλούν σε δημοψήφισμα, και παρόλο που σίγουρα χρειάζονται πιο μαχητικές μέθοδοι αγώνα, το δημοψήφισμα θα μπορούσε να προσφέρει έναν τρόπο σύνδεσης με τις μάζες των ανθρώπων που είναι εξοργισμένοι με αυτά που κάνει η κυβέρνηση. Θα ήταν πολιτική τυφλότητα από μεριάς της ριζοσπαστικής αριστεράς να μην συνδεθεί με μια τέτοια καμπάνια.
Η Εν Λούτσα υποστηρίζει ότι η ανάγκη κάποιας μορφής κοινωνικο-πολιτικής εναλλακτικής είναι απόλυτη προτεραιότητα. Μια εναλλακτική που μπορεί να τραβήξει πίσω της τα εκατομμύρια που αντιστέκονται στη λιτότητα. Μέσα σε οποιαδήποτε τέτοια πολιτική απάντηση, πρέπει να υπάρχει ένας αντικαπιταλιστικός πόλος που θα πιέζει το κίνημα προς τα αριστερά.
Συγκεκριμένα, η Εν Λούτσα βλέπει σαν ρόλο της να παρεμβαίνει στρατηγικά όπου μπορεί να σπρώξει προς μια τέτοια εναλλακτική: κάτι που σημαίνει σε συγκεκριμένες τοπικές συνελεύσεις της 15Μ και στην εκπαίδευση, στους χώρους των φοιτητών και των εκπαιδευτικών. Την ίδια στιγμή θα μπούμε στην καμπάνια για το δημοψήφισμα εναντίον της λιτότητας, ενώ θα συνεχίσουμε να καλούμε για πιο αποφασιστικές μορφές κινητοποίησης.
Αν οι αντικαπιταλιστές κι η Αριστερά γενικά δεν σταθούν στο ύψος των περιστάσεων, υπάρχουν και στην Ισπανία, όπως και αλλού, φασιστικές και λαϊκίστικες δυνάμεις που περιμένουν στη γωνία να καρπωθούν την ογκούμενη απόγνωση αυτών των εκατομμυρίων. Πιο συγκεκριμένα, όλο και περισσότερος κόσμος από όσους συμμετείχαν στο κίνημα 15Μ ψάχνει για πολιτική εναλλακτική. Οι επόμενοι μήνες θα είναι αποφασιστικής σημασίας.

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012

Πανεργατική Απεργία στις 26/9




Στις 26/9 2012 υπάρχει πανεργατική απεργία που έχουν καλέσει τα συνδικάτα.Το ραντεβού είναι στο μουσείο στις 10 π.μ. Ας συνεχίσουμε το φθινόπωρο  όπως το έχουμε ξεκινήσει. Δυναμικά! Να μην σταματήσουμε μέχρι να πέσουν. Με απεργίες, καταλήψεις στους χώρους δουλειάς. Έχουμε την εμπειρία των δυο τελευταίων χρόνων και έχουμε ρίξει ήδη δυο κυβερνήσεις. Στην τρίτη και πιό αδύναμη θα κολλήσουμε;

Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2012

Καμιά ανοχή στους δολοφόνους μεταναστών

Οι ναζί της Χρυσής Αυγής διατήρησαν τα ποσοστά και τις ψήφους τους στις εκλογές της 17 Ιούνη. Έχασαν μόλις 15.000 ψήφους, παίρνοντας 426.000 (6,92%) από 441.00 (6,97%) και πήραν τρεις έδρες λιγότερες, 18 από 21 στις 6 Μάη. Το αποτέλεσμα αυτό ήρθε μετά από ένα μήνα συνεχών αποκαλύψεων για το ποιον της ναζιστικής συμμορίας, με αποκορύφωμα την επίθεση του Κασιδιάρη στην Ρ. Δούρου και Λ. Κανέλλη, βουλευτίνες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ αντίστοιχα, σε ζωντανή μετάδοση από την τηλεόραση. Είχε προηγηθεί ένα κύμα βίαιων επιθέσεων της συμμορίας σε μετανάστες με αποκορύφωμα το ρατσιστικό πογκρόμ στην Πάτρα στα τέλη του Μάη με πανελλαδική κινητοποίηση των ομάδων κρούσης των ναζί.
Πριν τις 6 Μάη ακουγόταν συχνά η άποψη ότι η όποια άνοδος της Χρυσής Αυγής δεν σηματοδοτεί κάτι το ιδιαίτερα επικίνδυνο, είναι προιόν μιας δεξιάς «λαϊκίστικης» δημαγωγίας που θα ξεφουσκώσει γρήγορα. Μετά τις 17 Ιούνη τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το ερώτημα ποιά πρέπει να είναι η απάντηση στη Χρυσή Αυγή δεν μπορεί να το αποφύγει κανείς. Για να είναι σωστές οι απαντήσεις, χρειάζεται μια εκτίμηση για τις αιτίες της «σταθερότητας» της Χρυσής Αυγής.

Το θερμοκήπιο του ρατσισμού...

Η άρχουσα τάξη χρησιμοποιεί τον ρατσισμό σαν ιδεολογικό και πολιτικό όπλο ενάντια στο κίνημα συστηματικά τις δυο τελευταίες δεκαετίες. Μέσα σ’ αυτό το θερμοκήπιο διαμορφώθηκε ο σκληρός πυρήνας των φασιστών της Χ.Α και η δυνατότητά τους να απλώνουν την επιρροή τους με τον τρόπο που παρουσίασε το προηγούμενο τεύχος του περιοδικού μας.1 Στην περίοδο των διπλών εκλογών, η προπαγάνδα του Σαμαρά και της ΝΔ για το νόμο και την τάξη τους νομιμοποίησε ακόμα περισσότερο.
Η ΝΔ με τον Μητσοτάκη το 1991 ψήφισε τον πρώτο νόμο περί «λαθρομετανάστευσης» και ξεκίνησε τις «επιχειρήσεις-σκούπα» στο κέντρο της Αθήνας, τότε στόχος ήταν οι μετανάστες από την Αλβανία. Το 1994, επί Σημίτη, η αστυνομία μάζευε τους «παράνομους» μετανάστες σε γήπεδα για να τους απελάσει και οι εφημερίδες ήταν γεμάτες με «αντικειμενικά» ρεπορτάζ για τις δολοφονίες μεταναστών από νοικοκυραίους που προστάτευαν το βιός τους.
Το 2005 το αντιπολεμικό και αντιρατσιστικό κίνημα χρειάστηκε να αντιμετωπίσει μια πολυπλόκαμη ρατσιστική σκευωρία σε βάρος του Τζαβέντ Ασλάμ του προέδρου της Πακιστανικής Κοινότητας. Είχε καταγγείλει τις απαγωγές Πακιστανών από κλιμάκια της αγγλικής μυστικής υπηρεσίας, στα πλαίσια του «αντιτρομοκρατικού πολέμου». Ήταν τότε που ο Β. Πολύδωρας έκανε τη χυδαία δήλωση για τις απαγωγές που είναι εθνικο σπόρ των Πακιστανών.
Μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 η υστερία για «νόμο και τάξη» χρωματίστηκε έντονα από τον ρατσισμό και την ισλαμοφοβία. Οι προπαγανδιστικές εκστρατείες για τα «γκέτο του κέντρου», φυτώρια εγκληματικότητας και ισλαμικού φονταμενταλισμού, έδιναν και έπαιρναν. Το Μάη του 2009 ειδικοί φρουροί σε περιπολία στον Αγ. Παντελεήμονα έσχισαν το Κοράνι που κρατούσε ένας Σύριος μετανάστης. Οι φασίστες έκαψαν τζαμιά σε πολυκατοικίες της γειτονιάς.2 Ήταν οι εναρκτήριες ομοβροντίες για την εδραίωση της συμμορίας στη γειτονιά με τις πλάτες της αστυνομίας.
Όσο το ΠΑΣΟΚ βυθιζόταν περισσότερο στην πολιτική των Μνημονίων, τόσο σήκωνε περισσότερο τις ρατσιστικές εκστρατείες, έδινε πράσινο φως για τα πογκρόμ της αστυνομίας και κάλυπτε την συνεργασία της με τους φασίστες της Χ.Α.
Όταν προεκλογικά, και στις δυο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις και με ιδιαίτερη λύσσα στη δεύτερη, ο Σαμαράς εξαπόλυε μια μανιασμένη εκστρατεία με συνθήματα όπως «θα ανακαταλάβουμε το κέντρο των πόλεων» από τους «λαθρομετανάστες», δεν εφεύρισκε μια καινούργια τακτική. Αντέγραφε την τακτική που είχε ακολουθήσει για χρόνια ο Σαρκοζί στη Γαλλία. Μια πολιτική που από τη μια επιφύλασσε χυδαίες επιθέσεις στους μετανάστες και από την άλλη σήκωνε τα λάβαρα της «εθνικής κληρονομιάς» απέναντι στους πολυπολιτισμικούς «λαπάδες».

...και οι δηλητηριώδεις καρποί του

Η ρατσιστική πολιτική του Σαρκοζί δεν τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια της Μαρί Λεπέν του Εθνικού Μετώπου, αντίθετα έδωσε αέρα στα πανιά της, φέρνοντας τη ρατσιστική ατζέντα της στο κέντρο της επίσημης πολιτικής σκηνής. Στην περίπτωση της Ελλάδας, διαψεύστηκαν οι απόψεις που έλεγαν ότι μια τέτοια εκστρατεία θα ξανακάνει την Νέα Δημοκρατία αποκλειστικό ιδιοκτήτη της «δεξιάς πολυκατοικίας». Η «κοινή λογική» των ΜΜΕ υποστήριζε ότι οι δεξιοί ψηφοφόροι που είχαν εγκαταλείψει τον «κωλοτούμπα» Σαμαρά θα επανακάμψουν εγκαταλείποντας τα «άκρα».
Το μόνο που χρειάζονταν να κάνουν οι φασίστες ήταν να πουν και, πιο σημαντικό, να δείξουν ότι αυτό που λέει ο Σαμαράς το κάνουν οι ίδιοι στην πράξη, χωρίς καθυστερήσεις και ανησυχίες για τη λεγόμενη νομιμότητα. Μαζικές απελάσεις «παράνομων λαθρομεταναστών» υποσχόταν ο Σαμαράς; Οι συμμορίες της Χ.Α «απέλαυναν» μετανάστες με τα στυλιάρια, τη φωτιά και το μαχαίρι. Στην Πάτρα, στα Βασιλικά της Εύβοιας, στο Πέραμα πρόσφατα. «Πόλεμο στο παραεμπόριο» φώναζε από το «Κέντρο Ελληνικού Κόσμου» στις 12 Ιούνη;3 Οι κρανοφόροι της Χ.Α με τη συνδρομή των μπάτσων της «Δίας» είχαν ήδη αναλάβει να το κάνουν πράξη με επιθέσεις στους μικροπωλητές έξω από την ΑΣΟΕΕ και σε φοιτητές που τους υπεράσπιζαν. Κατάργηση του νόμου Ραγκούση που δίνει μια κουτσουρεμένη και μίζερη υπηκοότητα στα παιδιά των μεταναστών υποσχόταν ο Σαμαράς; Θα πετάξουμε τους μετανάστες από τα νοσοκομεία και τα παιδιά τους από τους παιδικούς σταθμούς, κραύγαζε ο “Καιάδας”.
Η διαφορά είναι ότι η ΝΔ υποσχόταν να τα κάνει όλα αυτά «διά της νομίμου οδού» αλλά οι φασίστες κόντρα στο «κατεστημένο» που «δένει τα χέρια της αστυνομίας». Όσο για την αστυνομία, που τα χέρια της λύνονται ακόμα περισσότερο κάθε μέρα που περνάει, αντάμοιψε σε είδος το σφιχταγκάλιασμα ψηφίζοντας μαζικά, και στις εκλογές του Ιούνη, τους φασίστες.
Πολλοί σοκαρίστηκαν όταν μετά την επίθεση του Κασιδιάρη διαπίστωσαν ότι «λαϊκός κόσμος» επικροτούσε. Δεν θα έπρεπε. Όχι μόνο γιατί «λαϊκό κόσμο» έχει και η Δεξιά, που ένα κομμάτι του εγκατέλειψε το ναυαγισμένο ΛΑΟΣ, ακόμα και τη ΝΔ για να προσχωρήσει, εκλογικά καταρχήν, στους φασίστες. Αλλά και γιατί όλο το προηγούμενο διάστημα η υστερία των Σαμαράδων ενάντια στην «Αριστερά που κυβερνάει από την μεταπολίτευση» που είναι «υπεύθυνη για τα χάλια της χώρας» νομιμοποίησε πολιτικά τον ορκισμένο εχθρό της αριστεράς και του εργατικού κινήματος, τους φασίστες, και τους όπλισε το χέρι.

Εκφασισμός της κοινωνίας;

Η άποψη αυτή ακούγεται όλο και δυνατότερα το τελευταίο διάστημα. Επιγραμματικά, στηρίζεται σε δυο σκέλη. Το πρώτο, το πιο πολιτικό, ξεκινώντας από τη θέση ότι η Χ.Α είναι «το μακρύ χέρι του μνημονιακού κράτους», περιγράφει ένα ακροδεξιό τόξο που ξεκινάει από τις παρυφές του ΠΑΣΟΚ, περνάει στη ΝΔ και στο κόμμα του Καμμένου για να καταλήξει στην Χ.Α. Σ’ αυτό το σχήμα οι φασίστες έχουν απλά το ρόλο του «λαγού» του «μαύρου μετώπου». Το δεύτερο σκέλος βλέπει τον φασισμό να γεννιέται αυτόματα σε κάθε ρατσιστική και συντηρητική αντίληψη που είναι διαδεδομένη στην κοινωνία (π.χ βία ενάντια στις γυναίκες) σε συνδυασμό με την απελπισία που γεννάει η κρίση. Το πρόβλημα και με τις δυο αυτές αντιλήψεις είναι ότι χάνουν από τα μάτια τους τα γεγονότα.
Η Χ.Α δεν γεννήθηκε σήμερα, έχει πίσω της τουλάχιστον είκοσι χρόνια «ανοιχτής» δράσης. Η πρώτη απόπειρα ανοίγματός της σε μαζικά ακροατήρια ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90, στα πλαίσια της εθνικιστικής υστερίας για το όνομα της Μακεδονίας. Η απόπειρα απέτυχε μερικά χρόνια αργότερα, όχι μόνο γιατί το κύμα των εργατικών αγώνων που έριξε τη δεξιά και πάλεψε τον Σημίτη της στερούσε το «οξυγόνο» αλλά και γιατί βρήκε μπροστά της ένα μπαράζ αντιφασιστικών κινητοποιήσεων. Από τις αντιφασιστικές διαδηλώσεις χιλιάδων μαθητών από κατειλημμένα σχολεία το 1993 μέχρι την κινητοποίηση που της απαγόρευσε να γιορτάσει την «εθνικιστική Πρωτομαγιά» το 1998 στην Κλαυθμώνος και ένα μήνα μετά με τα οργισμένα συλλαλητήρια διαμαρτυρίας για τη δολοφονική επίθεση στο Δ. Κουσουρή.
Οι ναζί, τώρα αλλά και πάντα, είναι μισθοφόροι του κεφαλαίου. Η «ιδεολογία» τους είναι ένα αηδιαστικό μείγμα από όλες τις ιδέες της κυρίαρχης τάξης τονισμένες σε σημείο παροξυσμού (εθνικισμός, περιφρόνηση των «κατωτέρων», σεξισμός, ρατσισμός). Όπως έλεγε ο Τρότσκι: «κάθε τι που μέσα από μια κανονική ανάπτυξη της κοινωνίας θα αποβαλλόταν από τον εθνικό οργανισμό σαν περίττωμα ξεπετιέται τώρα από το λαρύγγι: ο καπιταλιστικός πολιτισμός ξερνά μια βαρβαρότητα που δεν χωνεύτηκε, αυτή είναι η φυσιολογία του εθνικοσοσιαλισμού».4 Όμως, μαζικές φασιστικές οργανώσεις και κινήματα γεννιούνται και μεγαλώνουν σε συγκεκριμένες συνθήκες. Επίσης, δεν υπάρχει τίποτα αυτόματο σε αυτή την πορεία τους. Ο αμερικάνος ιστορικός Ρόμπερτ Πάξτον έχει επισημάνει ότι στην Ευρώπη των αρχών του 20ου αιώνα υπήρχαν πολλές «πρωτοφασιστικές» κινήσεις ή ιδεολογικές συσπειρώσεις, λίγες όμως κατόρθωσαν να κάνουν το επόμενο βήμα στη πολιτική, ακόμα λιγότερες να αναπτυχθούν και λίγες, μετρημένες στα δάκτυλα να πάρουν την εξουσία.5
Απόψεις που δεν διακρίνουν την ειδοποιό διαφορά του φασισμού και τις δοκιμασίες που πρέπει να αντιμετωπίσει πριν φτάσει να διεκδικήσει την εξουσία, καταλήγουν στο τέλος να υπερτιμούν τη δύναμή του. Υιοθετούν μια στάση ηττοπαθή, αφού υποτίθεται οι φασίστες εκφράζουν πλειοψηφικά ρεύματα στην κοινωνία. Τα πρακτικά συμπεράσματα από τέτοιες εκτιμήσεις κινούνται σε δυο κατευθύνσεις: είτε προς μια ηρωική αναμέτρηση των «αποφασισμένων» που θα αντιμετωπίσουν τους φασίστες στρατιωτικά, μιας και οι μαζικές διαδηλώσεις και άλλες μορφές δράσης είναι μάταιες. Η δεύτερη, εσωτερικεύει την προπαγάνδα των ΜΜΕ ότι ο «κόσμος τους θέλει», γιατί υποτίθεται δίνουν πρακτικές απαντήσεις στα καθημερινά προβλήματα (μια εικόνα που εν πολλοίς είναι δημιούργημα των ΜΜΕ) και προσανατολίζεται στη συγκρότηση «δικτύων αλληλεγγύης» εκεί που αποσύρεται το κράτος.
Ένας τέτοιος προσανατολισμός οδηγεί από μια άλλη διαδρομή στο ίδιο αποτέλεσμα με τον προηγούμενο: την υποκατάσταση της μαζικής δράσης από ομάδες που προσπαθούν να λύσουν τα ζητήματα για «λογαριασμό» των εργατών, της νεολαίας, των φτωχών. Είναι επίσης υποχώρηση από την πάλη για την υπεράσπιση των δημόσιων
σχολείων, νοσοκομείων, δημοτικών υποδομών, από τα συνδικάτα. Είναι αναποτελεσματικός γιατί κανένα «δίκτυο» δεν μπορεί να λύσει κεντρικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα την προμήθεια φαρμάκων για συνταξιούχους και αρρώστους.

Μας «παίρνει»; Μια σύγκριση με την Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Το κίνημα σήμερα έχει το πλεονέκτημα απέναντι στους φασίστες, παρά το ανατριχιαστικό ποσοστό που πήραν στις εκλογές. Έχει τους συσχετισμούς να τους πετάξει στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας. Ένας τρόπος για να το δούμε αυτό είναι η σύγκριση με την «κλασική» περίοδο της δεκαετίας του ’30 στην Γερμανία της Βαϊμάρης.
Το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ εκτινάχτηκε από το 2,4% στις εκλογές του Μάη 1928 στο εντυπωσιακό 18,5% στις εκλογές του 1930. Ποτέ δεν κατόρθωσε να εισχωρήσει στον σκληρό πυρήνα της εκλογικής επιρροής των δυο αριστερών κομμάτων, του SPD και του KPD στην εργατική τάξη. Σε πείσμα, επίσης, ενός διαδεδομένου μύθου, η κύρια δεξαμενή του δεν ήταν οι άνεργοι εργάτες, οι οποίοι ψήφιζαν όπως η υπόλοιπη εργατική τάξη. Αντλούσε ψήφους και μέλη από την συρρίκνωση των κομμάτων της δεξιάς και από μεσαία στρώματα, όχι άνεργους και περιθωριοποιημένους (παρόλο που τέτοια στρώματα υπεραντιπροσωπεύονταν στις παραστρατιωτικές οργανώσεις του).
Όμως, η «αριστερά» της Βαϊμάρης, παρά την αντοχή της, ποτέ δεν κατόρθωσε να διευρύνει την επιρροή της. Στις εκλογές του Σεπτέμβρη 1930 τα δυο κόμματα απέσπασαν το 38,1%. Τον Ιούλη του 1932 (όταν οι ναζί έφταναν στο απόγειο της εκλογικής επιρροής τους) το ποσοστό τους υποχώρησε ελαφρά στο 36,4% για να ανέβει ξανά τον Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς στο 37,8%. Αυτό που άλλαζε ήταν η εσωτερική κατανομή των ψήφων, με το Κομμουνιστικό Κόμμα να αυξάνει σταθερά τα ποσοστά του σε βάρος των Σοσιαλδημοκρατών.
Η καθήλωση της εκλογικής επιρροής είχε να κάνει με πολλούς παράγοντες, που αφορούν στον τρόπο με τον οποίο γεννήθηκε η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Όμως, αν μιλάμε για την περίοδο από το 1929 και μετά, την περίοδο δηλαδή όπου η γερμανική κοινωνία βυθίστηκε απότομα στη δίνη της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, ο υποκειμενικός παράγοντας, η πολιτική των ηγεσιών έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Και τα δυο κόμματα θεωρούσαν ουσιαστικά ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να παλέψει αποτελεσματικά σε συνθήκες κρίσης. Για την σοσιαλδημοκρατία αυτό σήμαινε την πολιτική του «μικρότερου κακού», την «ανοχή» προς τις κυβερνήσεις που εφάρμοζαν την πιο άγρια λιτότητα στο όνομα της υπεράσπισης των «θεσμών» και την αδράνεια. Για το ΚΚ, σήμαινε την πολιτική του «σοσιαλφασισμού». Οι σοσιαλδημοκράτες εργάτες ήταν βολεμένοι «αριστοκράτες», η «αριστερή πτέρυγα του φασισμού», όλες οι κυβερνήσεις ήταν «φασιστικές». Η αντίσταση στον φασισμό, ιδιαίτερα το 1931-32, σήμαινε απλά σύγκρουση στο δρόμο. Οι αγωνιστές του ΚΚ βρέθηκαν να δίνουν τη μάχη εκεί που δεν μπορούσαν να την κερδίσουν, μιας κι οι ναζί είχαν πίσω τους την ισχύ του κράτους.
Ο Τρότσκι καλούσε τους κομμουνιστές να επιβάλλουν την τακτική του «ενιαίου μετώπου» στην ηγεσία του κόμματος. Το κριτήριό του δεν ήταν μια αφηρημένη «ενότητα». Το ενιαίο μέτωπο ήταν ο τρόπος να μπει η ίδια η τάξη σε κίνηση, και τσακίζοντας τη φασιστική απειλή να βάλει στην ημερήσια διάταξη τη σύγκρουση με τον καπιταλισμό. Γι’ αυτό επέμενε για παράδειγμα ότι η εκλογική αριθμητική είναι παραπλανητική, και πως «χίλιοι εργάτες που δουλεύουν σε ένα μεγάλο εργοστάσιο αξίζουν εκατό φορές πιο πολύ απ’ όσο χίλιοι κρατικοί υπάλληλοι, γραφιάδες, μαζί με τις γυναίκες και τις πεθερές τους».6
Είναι επίσης λάθος η εκτίμηση που υποστηρίζει ότι από τη στιγμή που το «αυγό του φιδιού» επωάστηκε ήταν πολύ αργά να αντιμετωπιστεί. Η φράση έχει γίνει κοινός τόπος από την ομώνυμη ταινία του Μπέργκμαν το 1977, αλλά είναι λάθος και για τότε και για σήμερα. Συνήθως, η αναφορά γίνεται στα λόγια του Χίτλερ ότι η μόνη ευκαιρία να τσακιστεί το κόμμα του ήταν ενόσω ήταν μικροσκοπικό. Είναι περίεργο γιατί δίνεται βάση σε αυτόν τον ισχυρισμό, απ’ όλες τις τερατολογίες και ασυναρτησίες του «φύρερ».
Η αλήθεια είναι ότι οι ναζί πέρασαν τη μεγαλύτερη κρίση τους λίγο πριν τους ανεβάσουν στην εξουσία κι ότι τα στελέχη τους έτρεμαν μέχρι τη τελευταία στιγμή την αναμέτρηση με τις δυνάμεις της αριστεράς. Τα SA ήταν συμμορίες, όχι στρατός. Ακόμα και για τη μεγαλύτερη επίδειξη δύναμής τους, την παρέλαση μπροστά από το αρχηγείο του KPD στο Βέντινγκ, την πιο κόκκινη γειτονιά του Βερολίνου, στις 22 Γενάρη 1933, χρειάστηκαν την υποστήριξη δώδεκα χιλιάδων βαριά οπλισμένων αστυνομικών και την επίσημη απαγόρευση κυκλοφορίας. Η ενωτική δράση των εργατικών οργανώσεων που θα έκανε αντιφασιστικά κάστρα και ορμητήρια τα εργοστάσια, μπορούσε να τσακίσει τους ναζί ακόμα και στις παραμονές της ανόδου τους στην εξουσία.
Η δυναμική είναι πολύ διαφορετική σήμερα στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στο εργατικό κίνημα δεν πέρασαν οι απόψεις που λένε ότι η κρίση μας κάνει ανίσχυρους. Αντίθετα, οι εργατικοί αγώνες έριξαν δυο μνημονιακές κυβερνήσεις και έχουν δώσει στην Αριστερά ποσοστά ανεπανάληπτα στην ιστορία της. Οι μεγάλες πλειοψηφίες που απέσπασε σε εργαζόμενους δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, νεολαία, άνεργους, στις εργατογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά, υπογραμμίζουν ακόμα περισσότερο αυτή τη δυναμική. Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 η γερμανική εργατική τάξη δεν μπόρεσε να σπάσει τον «ζουρλομανδύα» που της είχαν φορέσει οι ηγεσίες της. Δεν ήταν καθόλου «μοιραίο». Στις σημερινές συνθήκες, αντίθετα, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις να επικρατήσει η «επαναστατική ελπίδα» απέναντι στην «αντεπαναστατική απελπισία».

Η στάση της Αριστεράς

Βέβαια, ο Τρότσκι στα ίδια κείμενα για την Γερμανία προειδοποιούσε ότι: «Η ιστορία, ακόμα και η πιο πρόσφατη, δεν μπορεί να πάρει τη θέση της ενεργού πολιτικής». Η Αριστερά έχει χρέος να χαράξει μια τέτοια ενεργό πολιτική απέναντι στη φασιστική απειλή.
Οι ηγεσίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ μέχρις στιγμής υποτιμάνε αυτό το καθήκον. Μπορεί να αλληλοβρίζονται για το κάθε τι με κάθε δυνατό τρόπο, όμως, φαίνεται ότι συμφωνούν σε ένα πράγμα: η ανοιχτή κόντρα με τη ρατσιστική υστερία του Σαμαρά και τα πογκρόμ της Χρυσής Αυγής, απομακρύνει ψηφοφόρους και άρα δεν πρέπει να είναι προτεραιότητα. Τήρησαν σιγή ιχθύος όταν τα τάγματα εφόδου της Χ.Α οργίαζαν στην Πάτρα. Η απάντηση στην επίθεση του Κασιδιάρη ήταν μερικές πλατωνικές καταδίκες. Τα αντιφασιστικά συλλαλητήρια της 8 Ιούνη, μια μέρα μετά την επίθεση, ήταν η ευκαιρία να καλέσουν τον κόσμο στο δρόμο, σε μαζική επίδειξη αντιφασιστικής δύναμης. Ούτε το ΚΚΕ ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ το έκαναν. Τα συλλαλητήρια ήταν μαζικά και οργισμένα, και αυτό οφείλεται στην παρέμβαση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΚΕΕΡΦΑ.
Στις 13/6, μια μέρα μετά την επίθεση φασιστοειδών σε στέλεχος του ΚΚΕ στην Αγ. Παρασκευή, η Α. Παπαρήγα δήλωνε στην συνέντευξή της: «Αν ήταν κανένα άλλο κόμμα θα είχε κάνει σήμερα. Θα είχε βγει στα κανάλια, ‘μας σκοτώσανε’, ‘στείλανε τον άνθρωπο μας στο νοσοκομείο’. Βεβαίως το καταγγείλαμε και δε θα έχουν καλή άκρη με μας αυτοί. Μη νομίζετε τώρα ότι θα μας φοβίσουν, αλλά ας πάμε τώρα στις εκλογές με ηρεμία, να σκεφτεί ο κόσμος τι θα ψηφίσει».7 Πάλι, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σήκωσε το γάντι της απάντησης στη φασιστική επίθεση με μια πορεία εκατοντάδων στους δρόμους της Αγ. Παρασκευής. Στο τέλος της πορείας ο κόσμος του ΚΚΕ που ήταν συγκεντρωμένος στο περίπτερο χειροκροτούσε τους διαδηλωτές. Ένα δείγμα ότι οι διαθέσεις της βάσης δεν ταυτίζονται με την πολιτική της ηγεσίας.
Απ’ την άλλη, ο Α. Τσίπρας αναζητάει απάντηση στη φασιστική βία στην συμπαράταξη με τον …Σαμαρά και τον Βενιζέλο. Στις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση με τον Σαμαρά στις 18/6 είπε: «Του έθεσα ως ένα σημαντικό ζήτημα που απαιτεί τη συνεννόηση μεταξύ μας, και αφορά τον περιορισμό των κρουσμάτων βίας, δυστυχώς από δυνάμεις που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο. Η δημοκρατία πρέπει να αντισταθεί απέναντι σε αυτά τα φαινόμενα και τουλάχιστον εμείς θα βρεθούμε απέναντι σε κάθε τέτοια προσπάθεια, σε κάθε προσπάθεια που στην πραγματικότητα συρρικνώνει τη δημοκρατία και απειλεί τον ίδιο τον πολίτη θα βρεθούμε απέναντι. Κι εδώ χρειάζεται η συνεργασία όλων των πολιτικών δυνάμεων».8
Κάθε φορά που η Αριστερά υπεκφεύγει αυτή τη μάχη, ή αναζητάει «δημοκρατικά μέτωπα» με τους κήρυκες του ρατσιστικού μίσους, δεν κερδίζει ψηφοφόρους και υποστηρικτές. Αφήνει το έδαφος στη δεξιά, και εν τέλει στους φασίστες, να δημαγωγούν και να ψαρεύουν στα θολά νερά.
Όμως, η βάση, της αριστεράς είναι μίλια πιο μπροστά και αριστερά από τις ηγεσίες και σ’ αυτό το ζήτημα όπως και σε όλα τα άλλα. Χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες έχουν συγκρουστεί με τον ρατσισμό και το φασισμό όλα τα τελευταία χρόνια, σε χώρους δουλειάς, γειτονιές, συνδικάτα, φοιτητικούς συλλόγους. Αυτή η δύναμη μπορεί να μπει σε κίνηση. Ο ρόλος των επαναστατών και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς είναι αποφασιστικός για να γίνει πράξη.
Το πρώτο κρατούμενο σε μια τέτοια προσπάθεια είναι ότι η μάχη ενάντια στους φασίστες είναι αναπόσπαστα δεμένη με τη μάχη ενάντια στον ρατσισμό. Οι λέξεις στον τίτλο της ΚΕΕΡΦΑ – ενάντια στον Ρατσισμό και την Φασιστική Απειλή – δεν είναι τυχαίες. Ο ρατσισμός είναι η αιχμή του δόρατος της ιδεολογικής επίθεσης της αστικής τάξης και το έδαφος που οργανώνουν οι φασίστες σε γειτονιές. Οι δολοφονικές επιθέσεις σε μετανάστες είναι ο προάγγελος των επιθέσεων στην αριστερή, στους απεργούς και τους διαδηλωτές. Οι σύγχρονοι Γκοτζαμάνηδες εκπαιδεύονται στα κορμιά των μεταναστών.
Η πάλη ενάντια στον ρατσισμό, σημαίνει πάλη για τη νομιμοποίηση των μεταναστών, ενάντια στα κλειστά σύνορα, στους φράχτες στον Έβρο, ενάντια στην Frontex. Αυτή η πάλη δεν αδυνατίζει τον αγώνα για την ανατροπή της κυβέρνησης «εθνικής ευθύνης» του Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη. Αντίθετα, τη δυναμώνει. Όταν απαντάμε στις χυδαιότητες ότι τάχα οι μετανάστες βουλιάζουν το ΕΣΥ, δυναμώνουμε την πάλη για δημόσια δωρεάν υγεία για όλους κόντρα στις «συγχωνεύσεις» και τις ιδιωτικοποιήσεις.
Η απάντηση στη φασιστική απειλή πρέπει να είναι μαζική. Η ΚΕΕΡΦΑ έχει πρωτοστατήσει στη διοργάνωση ενωτικών διαδηλώσεων-απάντηση σε φασιστικές επιθέσεις και συγκεντρώσεις όλους τους τελευταίους
μήνες, όπως εκείνες που κατευθύνθηκαν στον Αγ. Παντελεήμονα. Είναι μια πρακτική που πρέπει να κλιμακωθεί, να οργανωθεί καλύτερα, να αποκτήσει ακόμα μαζικότερες διαστάσεις. Οι αντιφασίστες είναι παντού πλειοψηφία. Πρέπει να δείξουν τη δύναμή τους. Κάθε φορά που οι φασίστες προκαλούν, πρέπει να παίρνουν άμεσα απάντηση. Είτε πρόκειται για μια θρασύδειλη νυχτερινή επίθεση, είτε για γράψιμο εμετικών συνθημάτων σε γειτονιές και σχολεία, είτε για απόπειρες να μιλήσουν σε τοπικούς ραδιοφωνικούς ή τηλεοπτικούς σταθμούς, πρέπει να βρίσκουν μπροστά τους εκατοντάδες αγωνιστές και αγωνίστριες. Έτσι χτίζουμε τις προϋποθέσεις για να ηττηθούν και «στρατιωτικά»: όταν οι ομάδες κρούσης τους βρίσκονται πολιορκημένες από χιλιάδες διαδηλωτές, είναι ανίσχυρες.
Η κινητοποίηση της οργανωμένης εργατικής τάξης είναι ο αποφασιστικός παράγοντας σε αυτή την προσπάθεια. Οι ναζί προσπαθούν να βάλουν οργανωμένα πόδι στις γειτονιές, με το άνοιγμα γραφείων τους. Οι τοπικές ΕΛΜΕ και σύλλογοι δασκάλων, τα σωματεία των εργαζόμενων στους δήμους, στα τοπικά νοσοκομεία, ΔΕΚΟ, είναι απαραίτητες συμμετοχές σε κάθε αντιφασιστική καμπάνια που θέλει να είναι νικηφόρα. Μπορούν όχι μόνο να κάνουν πράξη με απεργίες και διαδηλώσεις το «έξω οι φασίστες από τη γειτονιά» αλλά και να συνδέσουν τη μάχη με τις ανάγκες των εργαζομένων και της νεολαίας. Για παράδειγμα, όταν ο Καμίνης έδωσε γραφεία στη Χ.Α στο Παγκράτι, στέρησε το χώρο από τις σχολικές επιτροπές και τους συλλόγους της γειτονιάς.
Για να γίνουν τα παραπάνω πράξη, χρειάζεται η αντιφασιστική-αντιρατσιστική δράση να είναι ενωτική αλλά και αιχμηρή. Στις πρωτοβουλίες και δράσεις σε γειτονιές, σχολές, χώρους δουλειάς, πρέπει να υπάρχει χώρος για τους πάντες, από τους αναρχικούς μέχρι τον κόσμο της ΔΗΜΑΡ που νόμιζε ότι είναι σε ένα αντιρατσιστικό κόμμα και τώρα το βλέπει να στηρίζει μια κυβέρνηση που έχει στο πρόγραμμά της την κατάργηση ακόμα και του νόμου Ραγκούση. Όμως, αυτές οι πρωτοβουλίες πρέπει να είναι για δράση, όχι για γενικόλογα ευχολόγια ενάντια στο ρατσισμό και τον φασισμό. Δεν πρέπει να υποκύπτουν στον «ρεαλισμό» και την «υπευθυνότητα» της αντιπολίτευσης αριστερών ηγεσιών που περιμένουν απλά τις επόμενες εκλογές. Η ενεργητική συμμετοχή του δυναμικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε αυτές τις προσπάθειες είναι η εγγύηση για τον ανοιχτό, ενωτικό, αλλά και μαχητικό προσανατολισμό τους.
Η αντικαπιταλιστική αριστερά σήμερα έχει τη δύναμη να παίξει αυτό τον πρωτοπόρο ρόλο. Είναι μια ακόμα διαφορά από τη σκοτεινή δεκαετία του ’30. Το ΣΕΚ δίνει όλες του τις δυνάμεις σ’ αυτή τη μάχη με την αισιοδοξία της νίκης.
* Συγγραφέας είναι ο Λέανδρος Μπόλαρης και η πηγή είναι: http://socialismfrombelow.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=358:i93&Itemid=1
1. Θανάσης Καμπαγιάννης «Κοινός αγώνας ενάντια στους νεοναζί» ΣαΚ νο 92, http://www.socialismfrombelow.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=346:i92&Itemid=1
2. Εργατική Αλληλεγγύη, 868, http://www.sek-ist.gr/EA/home.php?article_ID=2249
3. «Ο Δωδεκάλογος της ΝΔ για Ασφάλεια-Λαθρομετανάστευση» στο www.nd.gr
4. Λέον Τρότσκι «Τι είναι εθνικοσοσιαλισμός;»
στο: Η Πάλη ενάντια στο φασισμό στην Γερμανία, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο, σελ. 268.
5. Βλέπε Ρόμπερτ Ο. Πάξτον, Η Ανατομία του Φασισμού.
6. Λ. Τρότσκι, «Η Γερμανία το κλειδί της διεθνούς κατάστασης», ο.π, σελ. 76.
7. http://www.kke.gr (Διακαναλική συνέντευξη).
8. Στο http://www.syriza.gr